Επιλέξτε μια από τις παρακάτω περιοχές για να εντοπίσετε το επίκεντρο ενός σεισμού εντός της, χρησιμοποιώντας σεισμογράμματα από τρεις σταθμούς μέτρησης της περιοχής:
Στην εικόνα βλέπετε ένα χάρτη της περιοχής που επιλέξατε για την προσομοίωση εντοπισμού του επικέντρου. Ένας σεισμός έχει γίνει κάπου στην περιοχή αυτή και θα προσπαθήσετε να εντοπίσετε επακριβώς το επίκεντρό του, με βάση σεισμογράμματα που έχουν παραχθεί σε σταθμούς μέτρησης εντός της ίδιας περιοχής.
Παρακάτω, θα σας ζητηθεί να αξιοποιήσετε τρία σεισμογράμματα του συγκεκριμένου σεισμού,
μετρώντας τη χρονική διαφορά S-P για κάθε έναν από τους αντίστοιχους τρεις σταθμούς καταγραφής.
Πριν ξεκινήσετε όμως, είναι καλό να ξέρετε ποιος είναι ο ρόλος αυτών των τριών μετρήσεων στη διαδικασία εντοπισμού του επικέντρου
και γιατί είναι τρεις και όχι λιγότερες ή περισσότερες.
Yπάρχουν εκατοντάδες σταθμοί καταγραφής σεισμικών δεδομένων σε όλον τον κόσμο, που παράγουν σεισμογράμματα σαν αυτό της εικόνας.
Όπως αναφέρθηκε ήδη, για να εντοπίσετε το επίκεντρο του σεισμού που καταγράφηκε από ένα σταθμό μέτρησης Α,
το πρώτο βήμα είναι να μετρήσετε τη χρονική διαφορά μεταξύ της άφιξης των κυμάτων P και S (διαφορά S-P).
Για παράδειγμα, στο σεισμογράφημα του δείγματος στα δεξιά, οι κατακόρυφες γραμμές (δευτερεύουσες υποδιαιρέσεις του οριζόντιου άξονα) είναι ανά 2 δευτερόλεπτα,
οπότε μπορείτε να μετρήσετε ότι η διαφορά S-P είναι περίπου 14 δευτερόλεπτα.
Στη συνέχεια της διαδικασίας, αφού έχετε καταγράψει τη μέτρηση της διαφοράς S-P με ακρίβεια δευτερολέπτου,
θα χρησιμοποιήσετε ένα κατάλληλο γράφημα για να μετατρέψετε τη διαφορά αυτή σε επικεντρική απόσταση.
Χρησιμοποιώντας την απόσταση αυτή ως ακτίνα, μπορείτε στη συνέχεια να χαράξετε έναν κύκλο με κέντρο το σταθμό μέτρησης Α που κατέγραψε το σεισμόγραμμα.
Η πραγματική θέση του επίκεντρου του σεισμού θα βρίσκεται προφανώς σε ένα από τα σημεία της περιμέτρου του κύκλου αυτού.
Η ακτίνα του κύκλου είναι η λεγόμενη εστιακή απόσταση του σεισμού από το σημείο καταγραφής Α.
Αντιλαμβανόμαστε βέβαια ότι μία μέτρηση S - P από έναν και μόνο σταθμό, δεν επαρκεί για τον εντοπισμό του επικέντρου,
διότι τα κύματα μπορεί να έχουν προέλθει από οποιοδήποτε σημείο του χάρτη στην περιφέρεια του κύκλου.
Επαναλαμβάνοντας τη διαδικασία από ένα σεισμόγραμμα ενός δεύτερου σταθμού Β, μπορούμε να παράγουμε και έναν δεύτερο κύκλο που θα τέμνεται με τον πρώτο,
περιορίζοντας τις πιθανές θέσεις του επικέντρου στα δύο σημεία τομής τους.
Επομένως γίνεται εμφανές ότι απαιτείται και τρίτος σταθμός Γ για να «τριγωνιστεί» η τοποθεσία, δηλαδή να εντοπιστεί το επίκεντρο με τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια.
Στην πραγματικότητα βέβαια δεν θα χρειαστεί να χαράξετε με το χέρι κάποιον κύκλο, διότι αυτό θα γίνει αυτόματα από το λογισμικό που χρησιμοποιεί η προσομοίωση.